Πριγκίπισσα Μονονόκε
Σκηνοθεσία Χαγιάο Μιγιαζάκι
Παραγωγή Σουζούκι Τοσίο
Σενάριο Χαγιάο Μιγιαζάκι
Πρωταγωνιστές Σαν: Ισίντα Γιουρίκο (Ιαπωνικά)
Κλαιρ Ντέινς (Αγγλικά)
Ασιτάκα: Ματσούντα Γιόοτζι (Ιαπωνικά)
Μπίλι Κράνταπ (Αγγλικά)
Πρώτη προβολή 12 Ιουλίου 1997
Μουσική Χιζαϊσι Τζο
Διάρκεια 134 λεπτά
Γλώσσα Ιαπωνική
Η «Πριγκίπισσα Μονονόκε» (Mononoke-hime) είναι μια ταινία anime (κινουμένων σχεδίων) του Ιάπωνα δημιουργού Χαγιάο Μιγιαζάκι. Βγήκε στις ιαπωνικές κινηματογραφικές αίθουσες τον Ιούλιο του 1997 και στον υπόλοιπο κόσμο το φθινόπωρο του 1999.
Η ταινία αποτέλεσε τη γρηγορότερη εισπρακτική επιτυχία όλων των εποχών στην Ιαπωνία, μέχρι που ξεπεράστηκε από τον Τιτανικό αρκετούς μήνες αργότερα. Κατέχει ακόμη και σήμερα μια θέση στην τριάδα των δημοφιλέστερων ταινιών anime στην Ιαπωνία, πλάι στο «Ταξίδι στη Χώρα Των Θαυμάτων» του 2001 και στο «Κινούμενο Κάστρο», δημιουργήματα επίσης του Μιγιαζάκι.
Παρόλο που ο τίτλος του υποδηλώνει ένα παραμύθι, το περιεχόμενο είναι ακατάλληλο για τρυφερές ηλικίες και σε αρκετές χώρες έλαβε σήμανση ταινίας «ακατάλληλο για κάτω των 12 ή 13 ετών». Παρόλο που η Miramax, η εταιρία που εξασφάλισε τα δικαιώματα για προβολή στην Αμερική, θέλησε να κάνει περικοπές στις βίαιες ή αιματηρές σκηνές, ο Μιγιαζάκι το απαγόρευσε και τελικά η ταινία προβλήθηκε στην αυθεντική της εκδοχή. Αν και στην αγγλική μεταγλώττιση συμμετείχαν διάσημοι ηθοποιοί, η ταινία άνοιξε σε λίγες αίθουσες, με ελάχιστη διαφήμιση και δεν πήγε καλά στο box office. Λίγο προτού βγει το φιλμ σε DVD το Σεπτέμβριο του 2000, η Miramax ανακοίνωσε πως θα περιείχε μονάχα τη μεταγλωττισμένη εκδοχή. Ήταν τέτοια η αντίδραση από τους οπαδούς της ταινίας, που η κυκλοφορία αναβλήθηκε για τρεις μήνες, ώστε να προστεθεί ο ήχος στην ιαπωνική γλώσσα και οι αγγλικοί υπότιτλοι. Οι πωλήσεις ήταν εξαιρετικές.
Το μήνυμα της ταινίας είναι οικολογικό και αντιπολεμικό, καθώς επικεντρώνεται γύρω από τη μάχη ανάμεσα στους Αρχαίους Θεούς Προστάτες του Δάσους και τον Άνθρωπο που εξαντλεί τους φυσικούς του πόρους, μπροστά στα μάτια ενός ουδέτερου παρατηρητή, του πρίγκιπα Ασιτάκα. Η ταινία αποτελεί μια από τις πιο προσωπικές ταινίες του δημιουργού της και δεν είναι σε καμία περίπτωση απλοϊκή. Ο κόσμος όπου εξελίσσονται όλα ακροβατεί σε λεπτές ισορροπίες και δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός του Καλού και του Κακού. Στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ιαπωνική μυθολογία και παράδοση και πραγματεύεται την ηθική, περισσότερο από ό,τι την επιστημονική φαντασία. Διαθέτει βάθος και φιλοσοφική διάθεση, ξεφεύγοντας από την απλή παρουσίαση τρυφερών θεμάτων, όπως αυτά της Disney. Είναι μια δουλειά, που από πολλές απόψεις μπορεί να χαρακτηριστεί «ενήλικη», καθώς τα παιδιά θα απολαύσουν μεν τα χρώματα και την οπτικοποίηση, αλλά μάλλον θα δυσκολευτούν να καταλάβουν την υπόθεση. Ακόμη και οι ενήλικες καταλαβαίνουν όλο και περισσότερα κάθε φορά που ξαναβλέπουν την ταινία.
Η Πλοκή
Η Καταγωγή του Ασιτάκα
Το Ταξίδι στη Δύση
Κάπου στο βουνό, στο δρόμο προς την πόλη, μερικοί λύκοι επιτέθηκαν σε μια πομπή ανθρώπων. Πάνω στη θεά – λύκαινα, τη Μόρο, κάθεται ένα κορίτσι, η Πριγκίπισσα Μονονόκε ή Πριγκίπισσα των Πνευμάτων. Η λαίδη Εμπόσι, πυροβολεί τη Μόρο, η οποία πέφτει στο γκρεμό παίρνοντας μαζί κάμποσους άνδρες. Κοντά σε ένα ποτάμι, ο Ασιτάκα διασώζει δύο από αυτούς κι αποφασίζει να τους μεταφέρει στην πόλη μέσω του Δάσους, όπου και έχει μια φευγαλέα συνάντηση με το Πνεύμα – θεό. Στην όχθη του ποταμού, βλέπει για πρώτη φορά την Πριγκίπισσα, ενώ ρουφούσε αίμα από το τραύμα της Μόρο και γοητεύεται από εκείνη.
Στην Πόλη του Σιδήρου [Επεξεργασία]
Στην πόλη ο Ασιτάκα δέχεται ευχαριστίες από τους κατοίκους για τη διάσωση των δύο αντρών. Συναντά τη λαίδη Εμπόσι που τον πληροφορεί πως η ίδια ήταν αυτή που πριν καιρό έσωσε την πόλη από την παρακμή. Έφερε ανθρώπους να εργαστούν και να προστατεύουν τις εξορύξεις του σιδήρου, απελευθέρωσε με τα χρήματά της πολλές πόρνες και τους χάρισε τίμια ζωή, έδωσε δουλειά σε λεπρούς τη στιγμή που κανένας δεν ήθελε να συναναστραφεί μαζί τους και πολεμά τώρα την πριγκίπισσα που μαζί με τις θεότητες εμποδίζουν τον άνθρωπο να εισχωρήσει βαθύτερα στο δάσος. Υπήρξε παλαιότερα μια μάχη με τη φυλή των αγριογούρουνων, οπότε και οι άντρες της Εμπόσι τραυμάτισαν το Νάγκο με το κομμάτι μέταλλο που ο Ασιτάκα είχε στην κατοχή του, μετατρέποντας τον σε δαίμονα. Η πληροφορία αυτή έκανε τον Ασιτάκα να θυμώσει, καθώς η καταστροφική μανία των ανθρώπων της πόλης θα του κόστιζε τη ζωή.
Την ίδια νύχτα η Πριγκίπισσα Μονονόκε, που στην πραγματικότητα ονομαζόταν Σαν, προσπάθησε να αποδυναμώσει την πόλη σκοτώνοντας τη λαίδη Εμπόσι. Ο Ασιτάκα σταματά τη μονομαχία των δύο γυναικών και αποφασίζει να απομακρύνει την αναίσθητη πια Σαν από την πόλη. Οι κάτοικοι της πόλης τον συμπαθούσαν και δεν ήθελαν να του κάνουν κακό, αρνήθηκαν όμως να ανοίξουν τις βαριές πύλες που οδηγούσαν στο δάσος. Μια γυναίκα, που χήρεψε στην πρωινή επίθεση, πυροβόλησε κατά λάθος τον Ασιτάκα στην πλάτη, αλλά εκείνος προς μεγάλη έκπληξη όλων συνέχισε να περπατάει και, παρόλο που αιμορραγούσε, παραμέρισε την βαριά πύλη σαν να ήταν από χαρτί.
Στο Δάσος
Βαθύτερα στο δάσος η Σαν συνέρχεται κι ο Ασιτάκα καταρρέει. Τα δύο αδέρφια – λύκοι της Σαν ορμούν να τον ξεσκίσουν, η κοπέλα όμως, τους σταματά. Αισθάνεται πως ο νεαρός είναι ετοιμοθάνατος και νιώθει μπερδεμένη από το γεγονός ό,τι ένας άνθρωπος μπήκε στον κίνδυνο να τη σώσει. Θυμωμένη του ζητά εξηγήσεις, μα εκείνος χαμογελώντας της είπε απλά πως δεν ήθελε να τη δει να πεθαίνει. Εκείνη προσβλήθηκε, γιατί θεωρεί τον εαυτό της λύκο κι όχι άνθρωπο. Τη στιγμή που πάει να του δώσει το τελειωτικό χτύπημα, ο Ασιτάκα την ξαφνιάζει ψιθυρίζοντάς της πως είναι όμορφη, πριν χάσει τις αισθήσεις του.
Η φυλή των Πιθήκων, εμφανίζεται κι απαιτεί να φάει το σώμα του αγοριού για να πάρει τη δύναμή του, ωστόσο η Σαν αρνείται. Αντίθετα, αφήνει το αγόρι μόνο στην ιερή λίμνη στη μέση του δάσους. Εκεί το Shinigami, ο θεός της ζωής και του θανάτου που εξουσίαζε το δάσος, αποφασίζει να θεραπεύσει το τραύμα του αγοριού, αλλά όχι και την κατάρα. Μετά από μέρες ο Ασιτάκα ξυπνά τη νύχτα στο πλευρό της Σαν μέσα στη σπηλιά όπου φώλιαζε η Μόρο. Ο Ασιτάκα της ζητά να ελευθερώσει το κορίτσι, για να επιστρέψει σε αυτούς που ανήκει. Η Μόρο όμως αποκαλύπτει πως το κορίτσι εγκατέλειψαν μπροστά της οι γονείς της όταν ήταν ακόμη μωρό, σαν δόλωμα για να ξεφύγουν οι ίδιοι το θάνατο. Όσο για τη Σαν, δεν άνηκε πουθενά αλλά ένιωθε λύκος, άρα μαζί με το δάσος θα χανόταν κι αυτή. Η Μόρο αργοπέθαινε από το τραύμα της Λαίδης Εμπόσι, αλλά σε αντίθεση με το Νάγκο, δεν άφησε να την καταλάβει η οργή. Χαμογελά στο θάνατο γνωρίζοντας πως έζησε αρκετά, αρκεί να προλάβει να προστατέψει το δάσος. Τέλος προειδοποιεί τον Ασιτάκα να φύγει αμέσως μόλις αναρρώσει γιατί θα τον σκότωνε.
Ο Πόλεμος
Η φυλή των αγριογούρουνων, που πολεμούσε πάντα χωρίς σχέδιο, κατά μέτωπο και βασιζόμενη στην κτηνώδη δύναμη, εξολοθρεύεται. Μονάχα ο αρχηγός τους ο Okkotonushi έμεινε ζωντανός. Οι κυνηγοί του αυτοκράτορα φορούν τα τομάρια των πολεμιστών του για να τον μπερδέψουν, καθώς ήταν τυφλός λόγο ηλικίας. Εκείνος, νομίζοντας πως επέστρεψαν από τους νεκρούς τους κατευθύνει στο Shishigami. Καθώς όμως προσπάθησαν να τον εξολοθρεύσουν, εκείνος αφήνει την οργή να τον μετατρέψει σε δαίμονα. Η Σαν που είχε βγει ζωντανή από τη μάχη, προσπάθησε να τον βοηθήσει μα έπεσε αναίσθητη πάνω του και κινδύνεψε να μολυνθεί η ίδια.
Ο Ασιτάκα διασώζει ένα από τα αδέρφια της Σαν από το πεδίο της μάχης και με τη βοήθειά του προσπαθεί να βοηθήσει τόσο τη Σαν, όσο και να βρει τη Λαίδη να την ειδοποιήσει για την επίθεση των σαμουράι. Ωστόσο αποτυγχάνει να αποσπάσει τη Σαν από τον Okkotonushi. Τελικά ήταν η Μόρο αυτή που το απαίτησε και χρησιμοποίησε τις τελευταίες τις δυνάμεις να σώσει την κόρη της, αντί να επιτεθεί στη Λαίδη. Ο Ασιτάκα αρπάζει το κορίτσι και πέφτει στο νερό της ιερής λίμνης, για να προλάβει τη μόλυνση προτού επηρεάσει το σώμα της.
Η Επίθεση του Shishigami
H θεότητα της ζωής και του θανάτου, το Shishigami, καταφτάνει. Την παρουσία του Πνεύματος αντιλαμβάνεται και ο Okkotonushi, παρά την απώλεια όρασης και την παραφροσύνη του. Το Πνεύμα ακουμπά τη μύτη του και του παίρνει τη ζωή, χαρίζοντας του ειρήνη. Η Μόρο πέφτει επίσης εξαντλημένη. Το Shishigami, τη νύχτα μεταμορφωνόταν σε μια τεράστια ανθρωπόμορφη σκιά και περιδιάβαινε σε όλο το δάσος. Κατά τη μεταμόρφωση αυτή, η Λαίδη Εμπόσι με ένα πυροβόλο όπλο το αποκεφαλίζει προτού ο Ασιτάκα καταφέρνει να κάνει κάτι. Από το σώμα του πνεύματος ανάβλυσε μια μαύρη σκιά που απονέκρωνε ό,τι κι αν άγγιζε, προσπαθώντας να βρει το χαμένο κεφάλι. Με την τελευταία της δύναμη, η Μόρο δαγκώνει και αποσπά το χέρι της Λαίδης, αποτρέποντάς την από το να ξαναχρησιμοποιήσει όπλο ποτέ. Ο Τζίγκο και οι άντρες του άρπαξαν το κεφάλι και άρχισαν να τρέχουν για να ξεφύγουν.
Ο Ασιτάκα μεταφέρει τη Λαίδη στην ασφάλεια του νησιού της ιερής λίμνης. Αποτρέπει τη Σαν από το να της πάρει τη ζωή, καθώς η Μόρο εκδικήθηκε ήδη για τη φυλή των λύκων. Η Σαν εξοργισμένη ζητά από τον Ασιτάκα να πάρει τη Λαίδη μακριά και να εξαφανιστεί μιας και πάντα ήταν με την πλευρά των ανθρώπων. Η απλή απάντηση του πρίγκιπα ήταν πως ήταν άνθρωπος όπως άλλωστε και η ίδια. Η Σαν επιμένοντας πως είναι μέλος της φυλής των λύκων, τον καρφώνει στο στήθος με το κρυστάλλινο μαχαίρι. Αποτροπιασμένη με την ίδια της την πράξη κάνει πίσω, αλλά ο Ασιτάκα την παίρνει στην αγκαλιά του ζητώντας συγγνώμη για την αδυναμία του να σταματήσει το κακό. Η Σαν βγάζει όλη της την απελπισία νιώθοντας το τέλος, αλλά εκείνος θεωρεί πως υπήρχε ακόμη ελπίδα εφόσον ήταν ζωντανοί.
Η σκιά από το Shishigami εξαπλώθηκε στο δάσος και κατάστρεψε τα πάντα στο πέρασμά του, καθώς και την πόλη και το στρατόπεδο των σαμουράι. Ο Ασιτάκα και η Σαν τελικά καταφέρνουν να πείσουν το Τζίγκο να επιστρέψει το κεφάλι και το προσφέρουν οι ίδιοι στο Πνεύμα. Η κατάρα εξαπλώνεται αμέσως στα σώματά τους. Καθώς ο ήλιος ανατέλλει το Πνεύμα χάνεται με μια ριπή δυνατού ανέμου. Όταν τελείωσαν όλα, οι επιζώντες και η Λαίδη έγιναν μάρτυρες μιας πρωτοφανούς αναγέννησης της φύσης, θεραπείας των λεπρών καθώς και των δύο νεαρών παιδιών από την κατάρα.
Η Λαίδη αποφασίζει να ξαναφτιάξει την πόλη και να επανορθώσει ζώντας ειρηνικά με το δάσος. Ο Τζίγκο αποκαλεί τον Ασιτάκα και τη Σαν ανόητους, αλλά εντυπωσιασμένος από το κατόρθωμά τους φεύγει χωρίς περαιτέρω φασαρία. Η Σαν ξυπνά στην αγκαλιά του Ασιτάκα και θρηνεί για το Πνεύμα, αλλά εκείνος μοιράζεται μαζί της τη σκέψη πως εκείνο ζει μέσα από το δάσος το ίδιο. Η Σαν αποφασίζει να επιστρέψει στο δάσος γιατί δεν μπορεί να συγχωρέσει την πράξη των ανθρώπων. Με τη σειρά του το αγόρι αποφασίζει να μείνει να βοηθήσει στην πόλη. Πριν χωριστούν όμως ανταλλάσσουν την υπόσχεση πως θα συναντώνται στο δάσος.
Ενδιαφέρουσες Πληροφορίες
Η αγγλική βερσιόν του έργου δεν είναι επακριβώς η μετάφραση από τα ιαπωνικά. Μυθολογικά στοιχεία, μη κατανοητά στο κοινό των δυτικών χωρών αντικαταστάθηκαν από γενικότερες λέξεις για να είναι πιο προσιτά. Ωστόσο έχει ειπωθεί από διάφορους κριτικούς πως αυτό αποδυνάμωσε το αποτέλεσμα.
Τα τοπία που εμφανίζονται στην ταινία έχουν εμπνευστεί από τα αρχαία δάση της Γιακουσίμα και τα βουνά στα βόρεια του νησιού Χονσού στην Ιαπωνία.
Στη σειρά anime και manga Naruto, τα σχέδια στο πρόσωπο του χαρακτήρα Inuzuka Kiba είναι ολόιδια με αυτά που φέρει η Σαν.
Είναι η μοναδική ταινία του Μιγιαζάκι χωρίς σκηνή πτήσης, το σήμα κατατεθέν του δημιουργού.
Για το φιλμ χρησιμοποιήθηκαν 550 διαφορετικά χρώματα.
Κέρδισε το βραβείο «Καλύτερης Ταινίας για το 1998» της Ιαπωνικής Ακαδημίας.
Διανομή [Επεξεργασία]
Προσωπικά η αγαπημένη μου ταινία από τον Μιγιαζάκι και το studio Ghibli, συγχαρητήρια για την καλή δουλειά, αν και κατά την άποψή μου το κανες λιγάκι μεγάλο :)
ΑπάντησηΔιαγραφή